μουσμουλιά ή μεσπουλιά

μουσμουλιά ή μεσπουλιά
Κοινή ονομασία δύο οπωροφόρων δέντρων διαφορετικού γένους: της εριοβότρυος της ιαπωνικής και της μεσπιλέας της γερμανικής, αλλά της ίδιας οικογένειας, των ροδιδών (δικοτυλήδονα). Πιο διαδεδομένη και πιο γνωστή στην Ελλάδα είναι η πρώτη. Κατάγεται από την Κίνα και την Ιαπωνία και καλλιεργείται ως οπωροφόρο και καλλωπιστικό δέντρο, γιατί έχει ωραίο αειθαλές φύλλωμα· στα κρύα κλίματα δεν καρποφορεί. Ανθίζει από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο και ωριμάζει τους καρπούς της από τον Απρίλιο έως τον Μάιο, αντίθετα με τη μεσπιλέα τη γερμανική, που ανθίζει την άνοιξη και ωριμάζει τους καρπούς το φθινόπωρο. Οι καρποί της εριοβότρυος είναι σφαιρικοί-ωοειδείς, κιτρινόχρυσοι, μόλις σκεπασμένοι με χνούδι, με λεπτό φλοιό και σάρκα υδαρή-γλυκιά. Περιέχουν ένα ή περισσότερα σκουρόχρωμα σπέρματα, γλοιώδη και αρκετά χοντρά, κλεισμένα σε ένα μεμβρανώδες ενδοκάρπιο. Το δέντρο είναι ευθυτενές (4 - 8 μ. ύψος), με βλαστούς χνοώδεις, κόμη σφαιρική και φύλλα ωοειδή - προμήκη, σκουροπράσινα, γυαλιστερά πάνω, χνουδωτά και ρόδινα από κάτω. Τα άνθη, λευκωπά με δυνατό άρωμα πικραμύγδαλου, διατάσσονται κατά επάκριους φοβοειδείς βότρυες, πυκνά χνουδωτούς. Οι καρποί συλλέγονται όταν ωριμάσουν τελείως και κατευθύνονται για άμεση διάθεση και κατανάλωση. Διακρίνονται ποικιλίες κινέζικες και γιαπωνέζικες· οι πρώτες έχουν πιο μεγάλους καρπούς, με πιο στενή σάρκα, αλλά είναι όψιμες· οι δεύτερες έχουν πιο μικρούς καρπούς, αλλά είναι πρώιμες. Στην Ελλάδα η μ. καλλιεργείται μεμονωμένη σε κήπους ή αγροκτήματα. Σε συστηματικά δενδροκομεία καλλιεργείται σε μικρή κλίμακα, κυρίως στην παραλιακή Κορινθία, Αιγιαλεία, Αχαΐα, Κέρκυρα και Κρήτη. Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες της διακρίνονται κυρίως σε δύο τύπους: στρογγυλόκαρπες και μακρόκαρπες. Η μεσπιλέα η γερμανική είναι ένα δέντρο με μικρές διαστάσεις: κατάγεται από τον Καύκασο, απ’ όπου διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη. Στην Ελλάδα καλλιεργείται διάσπαρτα, κυρίως στις βόρειες περιοχές. Έχει κορμό με φλοιό γκριζωπό-αργυρόχροο, βλαστούς ελαφρά ακανθωτούς (από νεαρής ηλικίας), φύλλα ακέραια, προμήκη, χνουδωτά από κάτω· τα άνθη είναι μεγάλα, λευκά και μοναχικά στις κορυφές των κλαδίσκων, ωριμάζουν καρπούς σφαιρικούς, τα μούσμουλα ή μέσπουλα, που έχουν χρώμα καστανο-κοκκινωπό και μόνιμο κάλυκα στην κορυφή, που προεξέχει σαν κορώνα. Συλλέγονται τον Οκτώβριο, αλλά δεν μπορούν να καταναλωθούν αμέσως, γιατί έχουν σάρκα σκληρή, ξινή και στυφή· τότε τα τοποθετούν στην αποθήκη, πάνω σε στρώματα αχύρου, ώσπου να μαραθούν και να υπερωριμάσουν. Υφίστανται έτσι ένα είδος ζύμωσης, με αποτέλεσμα να πάρουν χρώμα καστανόμαυρο χλωμό και μια ιδιαίτερη γεύση ξινή, αρωματική. Η μ. χρησιμοποιείται συχνά ως καλλωπιστικό φυτό, για τη χαρακτηριστική μορφή της (κορμός πολύ στριμμένος) και για τα άνθη της.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”